Verzeichnis:Neugriechisch/Grammatikbegriffe

Aus Wiktionary, dem freien Wörterbuch
grammatischer /
linguistischer
Begriff
γραμματικός /
γλωσσολογικός
όρος
Umschrift κατηγορία
Semantik σημασιολογία → el simasiología σημασιολογία
Bedeutung σημασία → el simasía σημασιολογία
κυριολεκτικός → el kyriolektikós σημασιολογία
μεταφορικός → el metaforikós σημασιολογία
Synonym συνώνυμο → el synónymo σημασιολογία
Gegenwort, Antonym αντώνυμο → el, αντίθετο → el andónymo, andítheto σημασιολογία
Oberbegriff υπερώνυμο → el yperónymo σημασιολογία
Unterbegriff υπώνυμο → el ypónymo σημασιολογία
Wortschatz λεξιλόγιο → el lexilógio λεξιλόγιο
Wortbildung σχηματισμός λέξεων → el sýnthesi λεξιλόγιο
Vergrößerungsform μεγεθυντικό → el megethyndikó λεξιλόγιο
Verkleinerungsform υποκοριστικό → el ypokoristikó λεξιλόγιο
Koseform χαϊδευτικό → el chaideftikó λεξιλόγιο
Kurzform συντομομορφή → el syndomomorfí λεξιλόγιο
Akronym (Silben) ακρωνύμιο → el akronýmio λεξιλόγιο
Akronym (Buchstaben) αρκτικόλεξο → el arktikólexo λεξιλόγιο
Abkürzung συντομογραφία → el syndomografía λεξιλόγιο
Wortbildung σχηματισμός λέξεων → el schimatismós léxeon λεξιλόγιο, σχηματισμός λέξεων
Zusammensetzung, Komposition σύνθεση → el sýnthesi λεξιλόγιο, σχηματισμός λέξεων
Kompositum σύνθετο → el sýntheto λεξιλόγιο, σχηματισμός λέξεων
Ableitung, Derivation παραγωγή → el paragogí λεξιλόγιο, σχηματισμός λέξεων
Derivat παράγωγο → el parágogo λεξιλόγιο, σχηματισμός λέξεων
Herkunft καταγωγή → el katagogí λεξιλόγιο, καταγωγή
Etymologie ετυμολογία → el etymología λεξιλόγιο, καταγωγή
Verwandte Wörter, Kognaten συγγενικές λέξεις → el syngenikés léxis λεξιλόγιο, καταγωγή
Wortfamilie οικογένεια λέξεων → el ikogénia léxeon λεξιλόγιο, καταγωγή
Entlehnung δάνειο → el dánio λεξιλόγιο, καταγωγή
Rückentlehnung αντιδάνειο → el andidánio λεξιλόγιο, καταγωγή
Lehnübersetzung μεταφραστικό δάνειο → el metafrastikó dánio λεξιλόγιο, καταγωγή
Fremdwort ξένη λέξη → el xeni léxi λεξιλόγιο, καταγωγή
Erbwort κληρονομημένη λέξη → el klironomiméni léxi λεξιλόγιο, καταγωγή
„volkstümliches“ Wort λαϊκή λέξη → el laikí léxi λεξιλόγιο, καταγωγή
gelehrtes Wort λόγια λέξη → el lógia léxi λεξιλόγιο, καταγωγή
Wort λέξη → el léxi λεξιλόγιο
Morphologie μορφολογία → el morfología μορφολογία
κλίση → el klísi μορφολογία
τύπος → el týpos μορφολογία
παραγωγή → el paragogí μορφολογία
μόρφημα → el mórfima μορφολογία
θέμα → el thema μορφολογία
χαρακτήρας → el charaktíras μορφολογία
κατάληξη → el katálixi μορφολογία
επίθημα → el epíthima μορφολογία
πρόθημα → el próthima μορφολογία
Flexion κλίση → el klísi μορφολογία, κλίση
πτώση → el ptósi μορφολογία, κλίση
αριθμός → el arithmós μορφολογία, κλίση
γένος → el génos μορφολογία, κλίση
Kasus πτώση → el ptósi μορφολογία, κλίση, πτώση
ονομαστική → el onomastikí μορφολογία, κλίση, πτώση
γενική → el genikí μορφολογία, κλίση, πτώση
δοτική → el dotikí μορφολογία, κλίση, πτώση
αιτιατική → el etiatikí μορφολογία, κλίση, πτώση
κλητική → el klitikí μορφολογία, κλίση, πτώση
αφαιρετική → el aferetikí μορφολογία, κλίση, πτώση
οργανική → el organikí μορφολογία, κλίση, πτώση
τοπική → el topikí μορφολογία, κλίση, πτώση
Numerus αριθμός → el arithmós μορφολογία, κλίση, αριθμός
ενικός → el enikós μορφολογία, κλίση, αριθμός
πληθυντικός → el plithyndikós μορφολογία, κλίση, αριθμός
δυϊκός → el dyikós μορφολογία, κλίση, αριθμός
Genus γένος → el génos μορφολογία, κλίση, γένος
αρσενικό → el arseniko μορφολογία, κλίση, γένος
θηλυκό → el thilykó μορφολογία, κλίση, γένος
ουδέτερο → el oudétero μορφολογία, κλίση, γένος
Konjugation κλίση ρήματος → el klísi rímatos μορφολογία, κλίση ρήματος
πρόσωπο → el prósopo μορφολογία, κλίση ρήματος
αριθμός → el arithmós μορφολογία, κλίση ρήματος
έγκλιση → el énklisi μορφολογία, κλίση ρήματος
ποιόν ενέργειας → el pión enérgias μορφολογία, κλίση ρήματος
χρόνος → el chrónos μορφολογία, κλίση ρήματος
διάθεση → el, φωνή → el diáthesi, foní μορφολογία, κλίση ρήματος
αύξηση → el Áfksisi μορφολογία, κλίση ρήματος
Person πρόσωπο → el prósopo μορφολογία, κλίση, πρόσωπο
  • erste Person
πρώτο πρόσωπο próto prósopo μορφολογία, κλίση, πρόσωπο
  • zweite Person
δεύτερο πρόσωπο déftero prósopo μορφολογία, κλίση, πρόσωπο
  • dritte Person
τρίτο πρόσωπο tríto prósopo μορφολογία, κλίση, πρόσωπο
Modus έγκλιση → el énklisi μορφολογία, κλίση ρήματος, έγκλιση
οριστική → el oristikí μορφολογία, κλίση ρήματος, έγκλιση
υποτακτική → el ypotaktikí μορφολογία, κλίση ρήματος, έγκλιση
προστακτική → el prostaktikí μορφολογία, κλίση ρήματος, έγκλιση
απαρέμφατο → el aparémfato μορφολογία, κλίση ρήματος, έγκλιση
μετοχή → el metochí μορφολογία, κλίση ρήματος, έγκλιση
Aspekt ποιόν ενέργειας → el pión enérgias μορφολογία, κλίση ρήματος, ποιόν ενέργειας
συνοπτικός → el, στιγμιαίος → el synoptikós, stigmiéos μορφολογία, κλίση ρήματος, ποιόν ενέργειας
μη συνοπτικός → el, εξακολουθητικός → el mi synoptikós, exakolouthitikós μορφολογία, κλίση ρήματος, ποιόν ενέργειας
συντελεσμένος → el syndelesménos μορφολογία, κλίση ρήματος, ποιόν ενέργειας
Tempus χρόνος → el chrónos μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
ενεστώτας → el enestótas μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
αόριστος → el aóristos μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
παρατατικός → el paratatikós μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
στιγμιαίος μέλλοντας → el stigmiéos méllondas μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
εξακολουθητικός μέλλοντας → el exakolouthitikós méllondas μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
ενεστώτας → el siehe Gegenwart μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
αόριστος → el siehe Vergangenheit μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
μέλλοντας → el siehe Zukunft μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
παρακείμενος → el parakímenos μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
υπερσυντέλικος → el ypersyndélikos μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
συντελεσμένος μέλλοντας → el syndelesménos méllondas μορφολογία, κλίση ρήματος, χρόνος
Diathese, Genus verbi διάθεση → el, φωνή → el diáthesi, foní μορφολογία, κλίση ρήματος, φωνή/διάθεση
ενεργητική φωνή → el energitikí foní μορφολογία, κλίση ρήματος, φωνή/διάθεση
παθητική φωνή → el pathitikí foní μορφολογία, κλίση ρήματος, φωνή/διάθεση
μέση διάθεση → el mési diáthesi μορφολογία, κλίση ρήματος, διάθεση
ουδέτερη διάθεση → el oudéteri diáthesi μορφολογία, κλίση ρήματος, διάθεση
Komparationsstufe παραθετικό → el klísi rímatos μορφολογία, παραθετικά
θετικός → el thetikós μορφολογία, παραθετικά
συγκριτικός → el synkritikós μορφολογία, παραθετικά
υπερθετικός – σχετικός → el schetikós yperthetikós μορφολογία, παραθετικά
υπερθετικός – απόλυτος → el apólyytos yperthetikós μορφολογία, παραθετικά
Wortart μέρος του λόγου → el méros tou lógou μέρος του λόγου
Substantiv ουσιαστικό → el ousiastikó μέρος του λόγου
Adjektiv επίθετο → el epítheto μέρος του λόγου
Zahlwort αριθμητικό → el arithmitikó μέρος του λόγου
Pronomen αντωνυμία → el andonymía μέρος του λόγου
Artikel άρθρο → el árthro μέρος του λόγου
Verb ρήμα → el ríma μέρος του λόγου
Adverb επίρρημα → el epírrima μέρος του λόγου
Präposition πρόθεση → el próthesi μέρος του λόγου
Konjunktion σύνδεσμος → el sýndesmos μέρος του λόγου
Interjektion επιφώνημα → el epifónima μέρος του λόγου
Partikel μόριο → el mório μέρος του λόγου
Artikel άρθρο → el árthro μέρος του λόγου, άρθρο
οριστικό άρθρο → el oristikó árthro μέρος του λόγου, άρθρο
αόριστο άρθρο → el aóristo árthro μέρος του λόγου, άρθρο
Pronomen αντωνυμία → el andonymía μέρος του λόγου, αντωνυμία
προσωπική αντωνυμία → el prosopikí andonymía μέρος του λόγου, αντωνυμία
κτητική αντωνυμία → el ktitikí andonymía μέρος του λόγου, αντωνυμία
αυτοπαθής αντωνυμία → el aftopathís andonymía μέρος του λόγου, αντωνυμία
δεικτική αντωνυμία → el diktikí andonymía μέρος του λόγου, αντωνυμία
αναφορική αντωνυμία → el anaforikí andonymía μέρος του λόγου, αντωνυμία
Verb ρήμα → el ríma μέρος του λόγου, ρήμα
μεταβατικό ρήμα → el metavatikó ríma μέρος του λόγου, ρήμα
αμετάβατο ρήμα → el ametávato ríma μέρος του λόγου, ρήμα
βοηθητικό ρήμα → el voithitikó ríma μέρος του λόγου, ρήμα
ανώμαλο ρήμα → el anómalo ríma μέρος του λόγου, ρήμα
απρόσωπο ρήμα → el aprósopo ríma μέρος του λόγου, ρήμα
ελλειπτικό ρήμα → el elliptikó ríma μέρος του λόγου, ρήμα
αποθετικό ρήμα → el apothetikó ríma μέρος του λόγου, ρήμα
μεσοπαθητικό ρήμα → el mesopathitikó ríma μέρος του λόγου, ρήμα
Zahlwort αριθμητικό → el arithmitikó μέρος του λόγου, αριθμητικά
απόλυτο αριθμητικό → el apólyto arithmitikó μέρος του λόγου, αριθμητικά
τακτικό αριθμητικό → el taktikó arithmitikó μέρος του λόγου, αριθμητικά
Phonologie φωνολογία → el fonología φωνολογία, φωνητική
Phonetik φωνητική → el fonitikí φωνολογία, φωνητική
Aussprache προφορά → el proforá φωνολογία, φωνητική
Betonung τονισμός → el tonismós φωνολογία, φωνητική
Akzent τόνος → el tónos γραφή
Worttrennung συλλαβισμός → el syllavismós γραφή
Umschrift μεταγραφή → el metagrafí γραφή
Alphabet αλφάβητο → el alfávito γραφή
Text κείμενο→ el kímeno κείμενο
Kontext συμφραζόμενα → el symfrazómena κείμενο
Redewendung έκφραση → el ékfrasi κείμενο
Sprichwort παροιμία → el parimía κείμενο
Stil ύφος → el ýfos κείμενο
τυπικός → el typikós κείμενο
ουδέτερος → el oudéteros κείμενο
οικείος → el ikíos κείμενο
Umgangssprache καθομιλουμένη → el kathomilouméni κείμενο
Übersetzung μετάφραση → el metáfrasi κείμενο
Rede λόγος → el lógos κείμενο
ευθύς λόγος → el efthýs lógos κείμενο
πλάγιος λόγος → el plágios lógos κείμενο
Frage ερώτηση → el erótisi κείμενο
ερώτηση μερικής άγνοιας → el erótisi merikís ágnias κείμενο
ερώτηση ολικής άγνοιας → el erótisi olikís ágnias κείμενο
Syntax σύνταξη → el sýndaxi σύνταξη
Subjekt υποκείμενο → el ypokímeno σύνταξη
Prädikat κατηγόρημα → el katigórima σύνταξη
Prädikatsnomen, Prädikativum κατηγορούμενο → el katigoroúmeno σύνταξη
Objekt αντικείμενο → el andikímeno σύνταξη
άμεσο αντικείμενο → el ámeso andikímeno σύνταξη
έμμεσο αντικείμενο → el émmeso andikímeno σύνταξη
adverbiale Bestimmung επιρρηματικό → el epirrimatikó σύνταξη
Satzgefüge περίοδος → el períodos σύνταξη
Satz πρόταση → el prótasi σύνταξη
κύρια πρόταση → el kýria prótasi σύνταξη
δευτερεύουσα πρόταση → el defterévousa prótasi σύνταξη
Gliedsatz δευτερεύουσα πρόταση → el defterévousa prótasi σύνταξη, δευτερεύουσα πρόταση
ονοματική πρόταση → el onomatikí prótasi σύνταξη, δευτερεύουσα πρόταση
επιρρηματική πρόταση → el epirrimatikí prótasi σύνταξη, δευτερεύουσα πρόταση
αναφορική πρόταση → el anaforikí prótasi σύνταξη, δευτερεύουσα πρόταση
Subjektsatz, Objektsatz ονοματική πρόταση → el onomatikí prótasi σύνταξη, ονοματική πρόταση
ειδικός σύνδεσμος → el idikós sýndesmos σύνταξη, ονοματική πρόταση
ειδική πρόταση → el idikí prótasi σύνταξη, ονοματική πρόταση
πλάγια ερώτηση → el plágia erótisi σύνταξη, ονοματική πρόταση
Adverbialsatz επιρρηματική πρόταση → el epirrimatikí prótasi σύνταξη, επιρρηματική πρόταση
χρονική πρόταση → el chronikí prótasi σύνταξη, επιρρηματική πρόταση
αιτιολογική πρόταση → el etiologikí prótasi σύνταξη, επιρρηματική πρόταση
τελική πρόταση → el telikí prótasi σύνταξη, επιρρηματική πρόταση
συμπερασματική πρόταση → el symberasmatikí prótasi σύνταξη, επιρρηματική πρόταση
αποτελεσματική πρόταση → el apotelesmatikí prótasi σύνταξη, επιρρηματική πρόταση
εναντιωματική πρόταση → el enantiomatikí prótasi σύνταξη, επιρρηματική πρόταση
παραχωρητική πρόταση → el parachoritikí prótasi σύνταξη, επιρρηματική πρόταση
υποθετική πρόταση → el hypothetikí prótasi σύνταξη, επιρρηματική πρόταση
συγκριτική πρόταση → el synkritikí prótasi σύνταξη, επιρρηματική πρόταση
Verneinung άρνηση → el árnisi σύνταξη